κοτύλη

κοτύλη
η
1. κλείδωση.
2. γένος φυτών.
3. βυζάχτρα.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • κοτύλη — anything hollow fem nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κοτύλῃ — κοτύλη anything hollow fem dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κοτύλη — Ονομασία δύο οικισμών. 1. Πεδινός οικισμός (υψόμ. 90 μ., 40 κάτ.) του νομού Κιλκίς. Βρίσκεται στο δυτικό τμήμα του νομού, 25 χλμ. Δ της πόλης του Κιλκίς. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Πολυκάστρου. 2. Ορεινός οικισμός (υψόμ. 580 μ., 456 κάτ.) του… …   Dictionary of Greek

  • Νέα Κοτύλη — Ορεινός οικισμός (υψόμ. 1.500 μ.) του νομού Καστοριάς …   Dictionary of Greek

  • κοτύλαι — κοτύλη anything hollow fem nom/voc pl κοτύλᾱͅ , κοτύλη anything hollow fem dat sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κοτυλᾶν — κοτύλη anything hollow fem gen pl (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κοτυλίσκιον — κοτύλη anything hollow neut nom/voc/acc sg κοτυλίσκιον little cup neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κοτυλῶν — κοτύλη anything hollow fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κοτύλαις — κοτύλη anything hollow fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κοτύλην — κοτύλη anything hollow fem acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”